Χειρόγραφα και ψηφιακά σχέδια, γραφήματα, χαρτογραφήσεις και διαγράμματα, σε μεταβλητά μεγέθη, με υλικά χρωματιστά μολύβια και απλό χαρτί του μέτρου, καθώς και ψηφιακά αρχεία. Παρουσιάστηκαν στο πανεπιστήμιο της Τάμπα στην Φλόριδα από την Adelheid Mers, καθώς και στο Fanzine-Κατάλογο της έκθεσης Ό,τι απομένει είναι μέλλον έκδοση #0, που έγινε σε επιμέλεια της Νάντιας Αργυροπούλου τον Σεπτέμβριο του 2006 στο παλιό Αρσάκειο της Πάτρας κατά την διάρκεια των πολιτιστικών εκδηλώσεων για τον εορτασμό της πόλης ως πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης.
Λέξεις-κλειδιά: υπαρξιακή αγωνία, θάνατος, χρόνος, άνθρωπος, σώμα, μεταφορές, ταξίδια, μέγεθος, ψηφιακή εποχή, πληροφορία, διαγράμματα
H Χαρτογράφησή μου – Ένα χρονολόγιο
Αφού ολοκλήρωσα τις καλλιτεχνικές σπουδές μου στην Ελλάδα, συνειδητοποίησα ότι τα έργα τέχνης δημιουργούνται κυρίως γύρω από την ιδέα του θανάτου και της μνήμης. Άρχισα να συνειδητοποιώ πώς άτομα και φυσικά καλλιτέχνες, στις προηγούμενες αλλά και πιο πρόσφατες εποχές, δημιούργησαν ολόκληρους κόσμους από αντικείμενα και περιβάλλοντα γύρω από αυτό το ζήτημα. Εκείνη την εποχή, ήμουν σε μια ιδιόρρυθμη νοητική κατάσταση, επειδή ολόκληρο το εργασιακό και οικείο μου περιβάλλον είχε αλλάξει εντελώς. Η μνημειακή τέχνη η ίδια και το νόημά της, γινόταν όλο και πιο ευδιάκριτη στη συνείδησή μου. Είναι ίσως ένα γεγονός τώρα πια, ότι εμείς, όλος ο κόσμος έχει κάνει μια ανθρωπολογική στροφή από μία δεδομένη κατάσταση σε μιαν άλλη, από τη μηχανική εποχή σ’ αυτήν της πληροφορίας συμπαρασύροντας συνειδήσεις. Την ίδια στιγμή η Ευρώπη φαίνεται να γερνάει όλο και περισσότερο, μαζί με την παράδοσή της. Τα πάντα στο μυαλό μου σήμαναν συναγερμό γύρω από την αναπαράσταση του κόσμου. Σοβαρά υπαρξιακά προβλήματα ήταν η μεγαλύτερη ανησυχία και έγνοια μου, και σε εκείνο το σημείο αποφάσισα ότι έπρεπε να ανακαλέσω όλες μου τις γνώσεις, να τις συλλέξω σε ένα μικρό κομμάτι χαρτί και να τις γυροφέρνω μαζί μου, όπου κι αν πήγαινα και όπου κι αν ταξίδευα.
Τότε είχα ξεκινήσει τις σπουδές μου στη Γερμανία. Φαινόταν να υπάρχει μια αντίφαση μεταξύ της πραγματικής μελέτης που έπρεπε να επιτύχω και των ανησυχιών μου. Σπουδές μέσω των οποίων είχα εκπαιδευτεί να εκφράζομαι όσον αφορά στην καλλιτεχνική κατασκευή, και εκείνες στις οποίες έκανα εξάσκηση στο παρελθόν, δεν «δούλευαν» πλέον. Έπρεπε να τις εξελίξω και να τις επεξεργαστώ -όπως το σύγχρονο φαγητό. Νόμιζα ότι αυτή η διαδικασία “χαρτογράφησης” θα με βοηθούσε να “απαλλαγώ” από το παρελθόν, και την υποχρέωση να έχω να αντιμετωπίσω την ιστορία επίσης. Στην αρχή προσπάθησα να επικεντρωθώ στις βασικές ιδέες γύρω από τις οποίες γίνεται η τέχνη. Προσπάθησα να έχω μια συμπυκνωμένη εικόνα των κύριων υπαρξιακών ζητημάτων σαν να μπορούσα να τα ελέγχω στη σκέψη μου, και με κάποιο τρόπο να ανακουφίζομαι από τον συναισθηματικό πόνο, όντας μακριά από τους συνήθεις χώρους της ζωής μου, όντας σε “εξορία”, όπως ένιωθα.
Προσπάθησα να καταλάβω πώς συνδέονταν μεταξύ τους: θάνατος, ζωή, άνθρωπος, χρόνος και μάζα, ψυχή, πνεύμα, και ούτω καθεξής. Ήταν απλά μερικές λέξεις. Έβγαλα μια συμπυκνωμένη έννοια απ’ αυτές. Αυτό ήταν το πρώτο μου διάγραμμα και ήταν στα Ελληνικά. Ο τίτλος ήταν Επίθεση στον θάνατο: εξαφάνιση και πώς να γίνεις αόρατη. Αλλά το διάγραμμα ποτέ δεν έδωσε λύση στην κύρια ερώτησή μου. Αντ’ αυτού, θα μου έδινε μια καλή ποσότητα σημαντικών “φιλοσοφικών λαμπτήρων” που θα με βοηθούσαν να προχωρήσω και να αντιμετωπίσω τις ανησυχίες μου.
Μετά από λίγο καιρό ταξίδεψα στο Σικάγο επίσης για καλλιτεχνικές σπουδές. Συναντούσα συνεχώς αυτό το νέο για μένα στυλ τέχνης: γραφήματα, χαρτογραφήσεις, διαγράμματα. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου μου ζητήθηκε από συναδέλφους καλλιτέχνες να συμμετάσχω σε μια δράση με διαδικασίες χαρτογράφησης. Έτσι έπρεπε να ζωγραφίσω έναν προσωπικό χάρτη. Υπήρχαν διαφορετικές έννοιες στον προσωπικό μου χάρτη, αλλά το πρώτο μας καθήκον ήταν να επικεντρωθούμε στην τέχνη, τον ακτιβισμό και την πολιτική, και το δεύτερο, στην τέχνη και την αισθητική. Ονόμασα τους χάρτες μου υπαρξιακούς.
Ήρθε κι άλλος. Ήταν σε ένα μεγάλο φύλλο χαρτιού, και τώρα, προσπάθησα να βάλω όλα όσα είχα στο κεφάλι μου σε ένα κομμάτι. Έγινε με το χέρι και πάλι στα Ελληνικά και ο τίτλος του ήταν “Φρικιό Ελέγχου”. Τώρα, εμπλέκονταν έννοιες της πολιτικής και ορισμοί της ατομικής ταυτότητας. Το πρόβλημα που προέκυψε, ήταν πώς να δώσω μια αισθητική μορφή σε αυτούς τους επίπεδους χάρτες, και πρέπει να ομολογήσω ότι, είμαι ακόμα σε αυτή τη διαδικασία και ακόμα προσπαθώ να συνειδητοποιήσω τι είναι πίσω από την ιδέα της συλλογής πληροφοριών σε μια επίπεδη οθόνη ή σ’ ένα κομμάτι χαρτί. Περισσότερο από αυτό, αμφισβητώ τον εαυτό μου -και αυτό με φέρνει περισσότερο σε αμηχανία- στο κατά πόσο αυτή η μορφή επηρεάζει τον θεατή. Πώς θα μπορούσε αυτή η μορφή να είναι “καλλιτεχνική”, να λειτουργεί ενσυναισθητικά, και να μην έχει μόνο ενημερωτική επίδραση; Δημιούργησα, έτσι, μια ψηφιακή εικόνα, και βρήκα μια απλή μορφή που θα έδειχνε την τωρινή μου κατάσταση, ώστε να παρουσιάσει συνοπτικά την ιστορία μου μέσα στον χρόνο, την διαδικασία των βιωμάτων μου.
Ο επόμενος ήταν ένας συνδυασμός του χάρτη Φρικιό Ελέγχου και του πρώτου υπαρξιακού μου χάρτη. Επηρεάστηκα από διάφορες παραμέτρους: πληροφορίες που συγκέντρωσα από την έρευνα και από άλλα είδη χαρτογράφησης με τα οποία εξοικειωνόμουν κατά τη διάρκεια της διαμονής μου στο Σικάγο, καθώς και από παρουσιάσεις σχετικά με συναφή θέματα: εκθέματα, περιοδικά και άλλα (Λομπάρντι, Μπράιαν Χολμς, χάρτης του Πονγκ για το Διαδίκτυο στο περιοδικό Wired). Στο τέλος, φαινόταν πιο ψηφιακός.
Ας ξεκινήσουμε από αλλού τώρα. Ας πάρουμε ως αφετηρία ότι, τον τελευταίο καιρό, είμαι συχνά μία προσωρινή κάτοικος σε ξένες κουλτούρες, με την ταυτότητα της καλλιτέχνιδας. Η έρευνά μου πραγματοποιείται γύρω από το θέμα “Ξενόφερτος/Αλλοδαπός/Ξένος”, γύρω από την ταυτότητα και τη θέση μου μέσα στο πλαίσιο της εποχής της πληροφορίας. Η γλώσσα παίζει μεγάλο ρόλο στην επικοινωνία, και είναι ένα από τα κύρια ζητήματα που φέρνουν τους ξένους σε μπελάδες, τους κρατά στο περιθώριο καθώς χωρίς την γνώση της εντόπιας γλώσσας δεν αφομοιώνονται στον τόπο που έχουν μετοικίσει.
Έκανα μια έρευνα στο διαδίκτυο, στο λεξικό του Thesaurus, ώστε να καθορίσω τι ακριβώς σημαίνει κάθε ένας από αυτούς τους προαναφερθέντες όρους. Ταξίδεψα σε ένα λαβύρινθο λέξεων. Κατασκεύασα ψηφιακά ένα σχετικό διάγραμμα παρόμοιο με ένα καλώδιο, ή καλύτερα μ’ ένα ηλεκτρικό κύκλωμα.
Έπρεπε να χρησιμοποιήσω χρώματα για να δημιουργήσω κατηγορίες, και να δείξω πώς οι λέξεις συνδέονται μεταξύ τους, πώς δίνουν κάποια ενέργεια η μία στην άλλη. Το αποτέλεσμα ήταν μια ανάποδη μορφή δέντρου, μια ακολουθία των σημασιών που επεκτεινόταν σε δύο διαφορετικές κατευθύνσεις. Το ένα πήγαινε “κάτω”, στο χαμηλότερο, ή πιο συμπυκνωμένο επίπεδο ύπαρξης (γλουτοί, βάση, ουσία) και το άλλο στο “άνω”, ή εκείνο το επίπεδο το πιο συμπεριληπτικό (κορυφαίο), αν είναι ορθό να χρησιμοποιήσω αυτούς τους ορισμούς. Η μεταξύ τους περιοχή κάλυψε διάφορες έννοιες. Αργότερα έβαλα το οριζόντιο αυτό δέντρο σε ένα ουράνιο τόξο ως φόντο, για να υποδείξει τη χρωματική παλέτα της ποικιλίας των σημασιών. Συνειδητοποίησα ότι όλα τα πράγματα συνδέονται μεταξύ τους.
Άρχισα να κρατώ σημειώσεις για τα πάντα σε αυτή τη μορφή.
Ξεκίνησα μ’ έναν νέο τρόπο να κάνω συνδέσεις, μεταξύ των πληροφοριών τις οποίες είχα συγκεντρώσει στο κεφάλι μου, πολύ συγκεχυμένες τότε. Δημιούργησα, ή καλύτερα, εφηύρα τη σκέψη μου, ώστε να βγάζω νόημα και να αποκτήσω γνώση από αυτό. Έτσι έγιναν οι χάρτες “Village voice ” και “Μήτις”. Κάποιος μπορεί να δει εκεί, μιαν άλλη μορφή οργάνωσης πληροφοριών, η οποία θα πήγαινε μακρύτερα από την προσωπική σφαίρα ώστε να δημιουργηθεί ένα παράλογο, παράδοξο σύστημα ταξινόμησης ιδεών και ανησυχιών γύρω από την ιστορία, τις έννοιες, την πολιτική και την ουσία της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Με μια ευχή ομοιοπαθητικής μαγείας θα ήθελα να κάνω μια προσπάθεια να “μπω” σε όλους αυτούς τους πραγματικούς χώρους που αντιπροσωπεύουν οι λέξεις στους χάρτες, και να ζήσω σε αυτούς πραγματικά ολόψυχα, “χρησιμοποιώντας” ως οχήματα αυτές τις ιδέες “πραγματωμένες”.
Τέλος, θα ήθελα να μετατρέψω αυτούς τους χάρτες σε μια διαδραστική παρουσίαση. Θα ήθελα να συνδέσω τα λόγια με άλλες μορφές εκπροσώπησης και ντοκιμαντέρ, θραύσματα, ή “έτοιμους-πίνακες”, που θα προέρχονται από όλα τα είδη καλλιτεχνικών μέσων, τα οποία έχουν παραχθεί κατά τη διάρκεια της ιστορίας της τέχνης: βίντεο, ταινίες και φωτογραφίες, κείμενα και ποιήματα. Με άλλα λόγια, θα ήθελα να πάρω τη θέση ενός σύγχρονου καλλιτέχνη/συντάκτη για να επεξεργαστώ μια διεθνή/προσωπική τράπεζα δεδομένων, και να δημιουργήσω ένα ρεμίξ της πρόσφατης ιστορίας, με τον τρόπο που έμαθα έχοντας γεννηθεί και ζώντας στην σύγχρονη εποχή.