Ένα ατομικά σχεδιασμένο καλλιτεχνικό εγχείρημα, μια δημόσια παρέμβαση, μια επιτόπου προσωρινή εγκατάσταση σ’ έναν τοίχο σχεδιασμένο από τον αρχιτέκτονα Luigi Snozzi, καθώς και μια παράλληλη δράση, συνομιλώντας με τους περίοικους για το έργο την γλώσσα και την ιστορία του τόπου. Χρησιμοποίησα για υλικά, εκτυπώσιμα πλαστικά φύλλα και φωσφορούχο χρώμα φθορισμού, καθώς και ένα σύστημα ηλεκτρικού φωτισμού με προβολείς. Η διάρκεια της παρέμβασης ήταν 7 ημέρες, και το μέγεθος της φράσης 0,35Χ10μ.. Παρουσιάστηκε στην περιοχή Neues Bauern am Horn στη Βαϊμάρη-Γερμανία, τον Ιούνιο 2004, και πραγματοποιήθηκε μέσα στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος Τέχνη στον δημόσιο χώρο και νέες καλλιτεχνικές στρατηγικές, καθώς και του σχεδιάσματος Στις παρυφές [An den Rändern], μιας συνεργασίας του πανεπιστημίου Bauhaus Uni-Weimar με την δημοτική αρχή της πόλης για την διαμόρφωση δημόσιων χώρων. Υπάρχει σε βίντεο-καταγραφή και ψηφιακές φωτογραφίες.
Λέξεις & όροι κλειδιά: χωρικό, γλώσσα, μνημειακό, αύρα
Κατά τη διάρκεια μιας περιόδου αρκετών ημερών, μια φράση από φώσφορο, ένας αφορισμός του Λούντβιχ Βιτγκενστάιν, εμφανίζεται σαν φάντασμα σε ένα διάσημο τοίχο στην Βαϊμάρη. Είναι ένα σημάδι και ταυτόχρονα ένα σχόλιο σχετικά με τη συγκεκριμένη ποιότητα μιας τοποθεσίας, μια πρώην στρατιωτική εγκατάσταση -σήμερα ένα σύγχρονο αρχιτεκτονικό αστικό πλάνο. Στιγματίζοντας αυτό το σημείο με έναν παράδοξο τρόπο, ξεκίνησε μια διαφορετική αντίληψη σχετικά με την ενέργεια του τόπου για τους κατοίκους και τους περαστικούς από αυτή τη γειτονιά.
Στην τέχνη της γλυπτικής ο λόγος αποτελεί ένα εσωτερικό κομμάτι της δουλειάς. Χρησιμοποίησα ετούτη την αφαιρετική φιλοσοφική φράση της παλιάς Γερμανικής γλώσσας του Ludwig Wittgenstein Was gezeigt werden kann, kann nicht gesagt werden [ Ό,τι δύναται να δειχθεί, δεν δύναται να ειπωθεί (μετ.τ.γρ.)] για πολλούς λόγους. Πρώτον, μ’ έναν συμβολικό και αφαιρετικό τρόπο, ώστε να αποδώσω φόρο τιμής στην διδασκαλία του καθηγητή μου Βασίλη Παπαϊωάννου. Για να διδάξει την γλυπτική πάντα χρησιμοποιούσε τις οξυμένες σωματικές και αντιληπτικές αισθήσεις, κατά το μοντέρνο Μπενγιαμινικό ήθος προσοχής σε ένα έργο τέχνης, και έδειχνε τα σημεία πάνω στο γλυπτικό σώμα, μα σχεδόν ποτέ δεν μιλούσε γι’ αυτά, δεν τα εξηγούσε με τον λόγο. Δεύτερον, για να στιγματίσω σε ένα ιστορικό, κοινωνικο-πολιτικό επίπεδο το μέρος, τον τόπο δηλαδή, που τοποθετήθηκε η φράση -ένα πρώην κέντρο στρατού στην Βαϊμάρη και νυν σύγχρονο, από τα πάνω σχεδιασμένο, οικιστικό πλάνο, στην περιοχή Neues Bauern Αm Horn στη Βαϊμάρη. Η φράση κάνει, ακόμη, έναν περαιτέρω αισθητικό διάλογο με την αρχιτεκτονική του τόπου˙ όντας φτιαγμένη από φωσφορούχα πλαστικά γράμματα, τοποθετήθηκε για μιαν εβδομάδα πάνω σ’ έναν τοίχο ο οποίος θεωρείται από μόνος του ένα έργο τέχνης, αφού είναι σχεδιασμένος από τον διάσημο αρχιτέκτονα Luigi Snozzi. Η μνημειακότητα της φράσης αναιρείται από τον τρόπο που έχει φτιαχτεί: κατά τη διάρκεια της ημέρας δεν φαίνεται λόγω του επιφανειακά λευκού χρώματος του φωσφόρου, και κατά τη διάρκεια της νύχτας μοιάζει μ’ ένα φάντασμα, έτσι όπως φεγγίζει ακτινοβολώντας ένα “υπόκωφο” φως, σε μια περιοχή απελπιστικά γεμάτη με φαντάσματα του παρελθόντος.
June 15, 2004